ῥέγκε

ῥέγκε
ῥέγκω
snore
pres imperat act 2nd sg
ῥέγκω
snore
imperf ind act 3rd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Μάρλεϊ, Μπομπ — (Robert Nesta «Bob» Marley, Σεντ Ανς, Τζαμάικα 1945 – Μαϊάμι, Φλόριντα, ΗΠΑ 1981). Τζαμαϊκανός μουσικός. Ο Μ. υπήρξε ο κυριότερος εκπρόσωπος της ρέγκε (reggae), ενός τοπικού μουσικού ιδιώματος της Καραϊβικής, στο οποίο ο ίδιος εισήγαγε στοιχεία… …   Dictionary of Greek

  • Αιθιοπία — Κράτος της ανατολικής Αφρικής.Συνορεύει στα Β και στα Δ με το Σουδάν, στα Ν με την Κένυα, στα ΝΑ με τη Σομαλία και στα ΒΑ με το Τζιμπουτί και την Ερυθραία.Μετά την απόσπαση της Ερυθραίας (1993), η Α. (αιθιοπ. Γιατγιόπια Μανγκουίστ) δεν έχει πλέον …   Dictionary of Greek

  • Κλας — (The Clash). Βρετανικό συγκρότημα της ροκ μουσικής. Ίσως το πιο αυθεντικό, το πιο ριζοσπαστικό και το πιο πολιτικοποιημένο μουσικό σχήμα της γενιάς του πανκ, υπήρξε ταυτόχρονα και το πιο επιτυχημένο στις ΗΠΑ. Οι Κ. σχηματίστηκαν το 1976 στο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”